(του ΓΙΑΝΝΗ ΣΒΩΛΟΥ, Ελευθεροτυπία, 2/9/2009)
Ως υπεύθυνη καλλιτεχνικού προγραμματισμού στο Φεστιβάλ Οπερας Αρχαίας Κορίνθου υλοποίησε φέτος με υψηλό επαγγελματισμό αυτό που θα όφειλαν να είχαν προσφέρει η ΕΛΣ και το Φεστιβάλ Αθηνών: ένα σωστό αφιέρωμα στην επέτειο των 250 χρόνων από τον θάνατο του Γκέοργκ Φρίντριχ Χέντελ (1685-1759). Οπως πάντα είχε στο πλάι της αρωγούς τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Κορινθίας και το Λυσίππειο Πνευματικό Κέντρο.
Κάθε χρόνο η διοργάνωση έβρισκε φιλοξενία στον ειδυλλιακό χώρο εμπρός στον ερειπωμένο ρωμαϊκό ναό της Οκταβίας, δίπλα στο Μουσείο της Αρχαίας Κορίνθου. Δυστυχώς, φέτος εξορίστηκε στην πανταχόθεν ανοιχτή αλάνα πίσω από το εγκαταλελειμμένο τοπικό «Ξενία» αφού, ελλείψει κονδυλίων για αμοιβές φυλάκων εκτός ωραρίου υπηρεσίας, ο αρμόδιος έφορος αρνήθηκε να διαθέσει τον αρχαιολογικό χώρο. Ετσι, λόγω της ακατάλληλης ακουστικής, οι περίτεχνες μελωδίες τού -πλέον τριπλά εξόριστου!- Χέντελ αναπέμφθηκαν στον καλοκαιρινό ουρανό με διακριτική ηχητική ενίσχυση. Την επέτειό του τίμησαν επάξια η υψίφωνος Μυρσίνη Μαργαρίτη και η μεσόφωνος Μαίρη-Ελεν Νέζη, συνοδευόμενες από την εκλεκτή Ορχήστρα Πατρών σε όργανα εποχής υπό τον καταξιωμένο μπαροκίστα αρχιμουσικό Γιώργο Πέτρου (18/7/2009). Συμμετείχαν επίσης δύο μουσικοί της ΚΟΑ παίζοντας σε όργανα μπαρόκ, ο ομποΐστας Δημήτρης Βάμβας και ο φαγκοτίστας Αλέξανδρος Οικονόμου, καθώς επίσης ο τσεμπαλίστας Μάρκελλος Χρυσικόπουλος.
Τα δύο μισά της βραδιάς άνοιξαν με την εισαγωγή από τον «Ιούλιο Καίσαρα» και την ορχηστρική συμφωνία από την «Αριάδνη στην Κρήτη». Ενδιάμεσα απολαύσαμε μια γενναιόδωρη επιλογή αριών και ντουέτων, που κάλυψαν το πλήρες φάσμα διαθέσεων του ηδονοθηρικού μπαρόκ: θρήνους χωρισμού, λυρικούς αναστοχασμούς με συνοδεία όμποε, άγριες άριες οργής, εκστατικά ερωτικά ντουέτα. Οι δύο λυρικές μονωδοί εναλλάχθηκαν σε άριες αρχικά γραμμένες για γυναίκες τραγουδίστριες ή για καστράτους, με τη μεσόφωνο να αναλαμβάνει κυρίως τις δεύτερες όπως και τους ρόλους ανδρών ηρώων στα ντουέτα. Τις δύο γυναίκες υποστήριξε ο αρχιμουσικός με εύπλαστο ήχο, ευαισθησία και αδιάλειπτη εγρήγορση, πάντα έτοιμος να συμπορευθεί μαζί τους στις δεδομένες εκφραστικές εκλεπτύνσεις του φωνητικού μπαρόκ αλλά και να συνεισφέρει συναρπαστική δραματική αντίστιξη. Οι ερμηνείες τους άνθησαν ανεμπόδιστα, με υψηλές επιδόσεις φωνητικής δεξιοτεχνίας και ιστορικά ενημερωμένο στίγμα. Η υψίφωνος Μυρσίνη Μαργαρίτη τραγούδησε με νεανική, υγιή, ωραία εστιασμένη φωνή, πολύ καλή τεχνική και γνώση του ύφους της μουσικής. Επιπλέον, στις άριες των γυναικών ηρωίδων σε κρίση, ακολούθησε με αθλητική ετοιμότητα την ασυμβίβαστα απαιτητική -ενίοτε μαστιγωτικής ορμής!- διεύθυνση του Πέτρου. Δίχως να φαίνεται πως αγγίζει τα όρια των επιδόσεών της ισορρόπησε καλαίσθητα, με ορθοτονία και ήρεμη αυτοπεποίθηση την απόδοση των υπερδεξιοτεχνικών εξάρσεων.
Λυρική τραγουδίστρια με διεθνή σταδιοδρομία, η μεσόφωνος Μαίρη-Ελεν Νέζη προσέγγισε τις «ανδρικές» άριες με ταιριαστά ηρωικό ύφος και ορμή, αξιοποιώντας δίχως υπερβολή την πιο χαμηλή περιοχή της φωνής της. Το έμπειρο, τελειοθηρικά επεξεργασμένο τραγούδι της χαρακτήρισαν αριστοτεχνικός έλεγχος αναπνοής, αψεγάδιαστη αίσθηση ροής της περίπλοκης φραστικής ακόμη και στις πιο γοργές σελίδες και ευαίσθητο πλάσιμο μελωδικής γραμμής. Τις εξαιρετικά ριψοκίνδυνες παραγράφους δεξιοτεχνίας απέδωσε με αυτοπεποίθηση και δραματικό οίστρο δίχως εκπτώσεις σε ταχύτητα και καθαρότητα άρθρωσης. Ακόμη περισσότερο εκτιμήσαμε την εκφορά των αργών αριών και βεβαίως των λυρικών ντουέτων -«Sorge il di» από το «Ακις, Γαλάτεια και Πολύφημος», «Son nata al lagrimar» και «Caro/Bella» από τον «Ιούλιο Καίσαρα»- όπου οι διαφορετικές φωνές και το σαφώς διακεκριμένου χαρακτήρα τραγούδι των δύο γυναικών ενώθηκε σε σαγηνευτικό αγκάλιασμα ηδονικής συνήχησης.
Υ.Γ.: Τόσο ο Γιώργος Λούκος όσο και ο Τζοβάνι Πάκορ αδιαφόρησαν για την επέτειο Χέντελ, απογοητεύοντας σημαντικότατη μερίδα φιλόμουσων. Ομως, ακόμη πιο ανεξήγητο είναι το γεγονός ότι ουδόλως ενδιαφέρονται να αξιοποιήσουν την ομάδα ακμαίων, διεθνώς καταξιωμένων στο μπαρόκ Ελλήνων μουσικών. Αντ' αυτών, το φετινό Φεστιβάλ Αθηνών προτίμησε να φέρει Γάλλους μπαροκίστες για ένα ομολογουμένως εξαίρετο αφιέρωμα στον Μότσαρτ. Οσο για την εκκεντρική ΕΛΣ, το 2009-10, μεσούσης της οικονομικής κρίσης, θα δαπανήσει χρήματα των φορολογουμένων σε παραγωγές σπανιοτήτων γαλλικού ρεπερτορίου του 20ού αιώνα -Μιγιό και Φορέ- που δεν παίζονται πουθενά, ούτε καν στην ίδια τη Γαλλία! Εμείς καταλαβαίνουμε κάτι στραβά ή οι υπεύθυνοι των δύο θεσμών στραβά αρμενίζουν;
No comments:
Post a Comment